ΜΗΠΩΣ ΝΑ ΤΟ ΞΑΝΑΣΚΕΦΘΟΥΜΕ;
Δεν το λέμε εμείς, αλλά οι φίλοι μας οι αμερικάνοι :
Το κόκκινο κρέας οδηγεί σε πιθανότητα καρκίνου ...
Ο ένας τουλάχιστον στους 4 καρκίνους του παχέος εντέρου
μπορεί να προληφθεί με την αποφυγή
του κόκκινου κρέατος και την άσκηση.
Επιπλέον, η εφαρμογή του προληπτικού ελέγχου
μετά την ηλικία των 50 ετών,
μπορεί να μειώσει τους θανάτους
από τον καρκίνο αυτό κατά 50% έως το 2020.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου, όμως,
που μειώνεται στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες,
συνεχώς αυξάνεται στην Ελλάδα, για τους προφανείς λόγους
κρεοφαγίας και ...καθισιού.
Mε βάση τα στοιχεία θνησιμότητας (θάνατοι κατ' έτος),
ο καρκίνος του παχέος εντέρου στη χώρα μας σήμερα είναι
η τρίτη συχνότερη αιτία θανάτου από κακοήθεις νεοπλασίες,
τόσο για τους άνδρες
(μετά τους καρκίνους του πνεύμονα και του προστάτη),
όσο και για τις γυναίκες
(μετά τους καρκίνους του μαστού και του πνεύμονα),
λέει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Επιδημιολογίας
στα Πανεπιστήμια Αθηνών
και Χάρβαρντ Παγώνα Λάγιου.
«Τα στοιχεία δείχνουν ότι η θνησιμότητα από τη νόσο
είναι μικρότερη στη χώρα μας, από σχεδόν όλες τις χώρες
της Ευρώπης.Εντούτοις, στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες
και κυρίως στις χώρες της Ε.Ε., η θνησιμότητα από καρκίνο
του παχέος εντέρου τείνει να μειωθεί (ιδίως στις γυναίκες),
ενώ αντίθετα στην Ελλάδα η διαχρονική τάση
της θνησιμότητας ,είναι αυξητική και στα δύο φύλα».
Στις ΗΠΑ, η συχνότητα της νόσου μειώνεται από το 1998
κατά 3% τον χρόνο στους άνδρες και κατά 2,3% στις γυναίκες.
Οι δυσμενείς διαχρονικές τάσεις στη χώρα μας αποδίδονται:
1) Στην αύξηση της συχνότητας της παχυσαρκίας,
γνωστού παράγοντα για τον καρκίνο του παχέος εντέρου.
2) Στο γεγονός ότι η σωματική άσκηση,
που παρέχει κάποιο βαθμό προστασίας,
δεν χαρακτηρίζει το σύγχρονο τρόπο ζωής μας.
3) Στη μεγάλη αύξηση της κατανάλωσης κόκκινου κρέατος,
η οποία παίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση
αυτού του καρκίνου.
Επιπλέον, ο προσυμπτωματικός έλεγχος για
τον καρκίνο του παχέος εντέρου,
με παρουσία αιμοσφαιρίνης στα κόπρανα και κολονοσκόπηση,
δεν εφαρμόζεται συστηματικά στη χώρα μας,
σε αντιδιαστολή με το τι ισχύει για
τον προσυμπτωματικό έλεγχο
σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τονίζει η κ. Λάγιου.
Ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στη Σχολή Δημόσιας
Υγείας Γιάννης Κυριόπουλος προσθέτει:
Tο υψηλό προτυποποιημένο πηλίκο θνησιμότητας ανά νομό
για τον καρκίνο του παχέος εντέρου στο 50% της επικράτειας
της χώρας μας (με το μεγαλύτερο πρόβλημα
στη Βόρεια Ελλάδα και στην Κρήτη),
σύμφωνα με μελέτη μας του 2010, υποδεικνύει σαφώς
την ανάγκη για μέτρα δημόσιας υγείας και πρόληψης.
Η εφαρμογή ενός προγράμματος μπορεί να μειώσει
τη θνησιμότητα από 23% έως και 55%
μέσα σε διάστημα δέκα ετών,
σύμφωνα με τυχοποιημένες κλινικές μελέτες
(Towler et al, 1998,Telford et al, 2010).
Η γενετική προδιάθεση παίζει ρόλο σε αρκετές περιπτώσεις
ένας συγγενής πρώτου βαθμού ασθενούς με καρκίνο
του παχέος εντέρου έχει σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες
προσβολής σε σχέση με άτομα του γενικού πληθυσμού.
Σύμφωνα όμως με το NCI, οι έρευνες έχουν δείξει ότι ...
75% των όγκων στο παχύ έντερο
δεν οφείλονται σε κληρονομικές γενετικές μεταλλάξεις.
Υπάρχουν επίσης ορισμένα χρόνια νοσήματα,
όπως η ελκώδης κολίτιδα που σχετίζονται
με αυξημένο κίνδυνο της νόσου, επισημαίνει η κ. Λάγιου.
Από τους παράγοντες του τρόπου ζωής,
εκτός από την παχυσαρκία, την έλλειψη φυσικής άσκησης
και την υπερκατανάλωση κόκκινου κρέατος,
και η μειωμένη πρόσληψη φυτικών ινών
σχετίζεται με αύξηση του κινδύνου.
Επιβάρυνση του κινδύνου φαίνεται επίσης ότι προκαλεί
το κάπνισμα και η υπερβολική κατανάλωση οινοπνευματωδών.
Σύμφωνα, άλλωστε με οδηγίες
του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ,
150 λεπτά μέτρια σωματική άσκηση την εβδομάδα
μπορούν αποδεδειγμένα να μειώσουν τον κίνδυνο
για τον καρκίνο του παχέος εντέρου.
Ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου στους καπνιστές
είναι διπλάσιος έως τετραπλάσιος,
σύμφωνα με τους επιστήμονες
της Ελληνικής Εταιρείας Ογκολογίας
του Πεπτικού σε σχέση με τους μη καπνιστές.
Οι βαρείς καπνιστές έχουν 2-3 φορές περισσότερες
πιθανότητες να εμφανίσουν πολύποδες στο παχύ έντερο
και μάλιστα μεγάλους και με δυνητική κακοήθεια.
Η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου έχει ανακηρύξει
τον καρκίνο του παχέος εντέρου ως
Υψηλή προτεραιότητα..
λόγω των τεράστιων δυνατοτήτων να προληφθεί η νόσος,
να μειωθεί ο πόνος και να σωθούν ζωές.
Σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Υγείας της Βρετανίας,
σε κάθε 1.000 άτομα που κάνουν εξέταση κοπράνων
τα 20 θα παραπεμφθούν για κολονοσκόπηση,
τα 6 θα διαγνωσθούν τελικά με πολύποδες
και τα 2 θα διαγνωσθούν με καρκίνο.
Βέβαια, κάθε αλλαγή στη λειτουργία του εντέρου
(λ.χ. δυσκοιλιότητα, διάρροια, αιμορραγία στα κόπρανα
ή μαύρα κόπρανα),
που διαρκεί αρκετές ημέρες, καθώς και κράμπες
ή πόνος στην κοιλιά, ατονία ή ανεξήγητη απώλεια βάρους,
θα πρέπει να σας οδηγήσει στον γιατρό.
Μια νέα και εύκολη μέθοδος προληπτικού ελέγχου,
η υπολογιστική τομογραφική κολονογραφία
ή εικονική κολονοσκόπηση, που παράγει
τρισδιάστατες εικόνες, βρέθηκε σε μελέτη
των Εθνικών Ιδρυμάτων Υγείας των ΗΠΑ (ΝΙΗ)
ότι μπορεί να ανιχνεύσει τους 9 στους 10 καρκινικούς
και προκαρκινικούς όγκους (ενός εκατοστού ή μεγαλύτερους)
που μπορεί να βρει η κλασική κολονοσκόπηση.
Το κόστος της μεθόδου, όμως, σε σχέση με τα οφέλη της
ακόμα ερευνώνται.
Το περίπου 90% των καρκίνων του παχέος εντέρου
θεραπεύονται με τη χειρουργική, εάν έχουν βρεθεί έγκαιρα.
Η επιστημονική βιβλιογραφία έχει να επιδείξει
πολύ σημαντικές μελέτες που επιβεβαιώνουν
ότι τα αποτελέσματα των επεμβάσεων
για καρκίνο παχέος εντέρου είναι σημαντικά καλύτερα
όταν οι επεμβάσεις πραγματοποιούνται
είτε σε εξειδικευμένα κέντρα
(με ομάδες ειδικών) είτε από χειρουργούς
με ειδική εκπαίδευση.
- Είναι η 3η αιτία θανάτου από καρκίνο σε άνδρες και γυναίκες,
η 10η αιτία θανάτου από όλες τις νόσους
- 400.000 άνθρωποι στην Ευρώπη διαγιγνώσκονται
κάθε χρόνο με τη νόσο ....οι μισοί πεθαίνουν από αυτή ...
- Το 1 στα 4 περιστατικά μπορεί να προληφθεί
- Ο προληπτικός έλεγχος μπορεί να μειώσει
τη θνησιμότητα έως και 55%
- Το 91,7% των Ελληνίδων και το 89,1% των Ελλήνων
άνω των 50 δεν έχουν ποτέ κάνει εξέταση κοπράνων
- μόλις το 11,2% είναι ενήμερο για την εξέταση
ΠΗΓΕΣ: Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Εθνικό Ίδρυμα Καρκίνου των ΗΠΑ, Τμήμα Υγιεινής και Επιδημιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής